«- Το χρώμα του νερού γίνεται μαγευτικό, όταν πέφτει το σούρουπο.. Βλέπεις..;»,
είπε με ενθουσιασμό η μικρή Λορελάι στον γλάρο, «..Όταν ο ήλιος νυστάζει, οι ακτίνες του αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά το κύμα, που φαντάζεσαι ότι κάπου στο βυθό υπάρχει ένας κρυμμένος θησαυρός.. Πόσο θέλω να βουτήξω τώρα..!»
«- Μα δεν έχεις κολυμπήσει ποτέ ως εκεί, Λορελάι..»,
βιάστηκε να τη μαλώσει ο γλάρος, «.. Είναι πολύ βαθιά, ακόμη και για σένα.. Άλλωστε, είμαι σίγουρος ότι όσο και να ψάξεις, δεν πρόκειται να βρεις ούτε μαργαριτάρια, ούτε κοράλλια.. Έχουν κατέβει κι άλλοι εκεί κάτω, πολύ πριν γεννηθείς εσύ.. Ποτέ κανείς δεν ανέσυρε οτιδήποτε αξίας..».
«- Μαργαριτάρια και κοράλλια..; Αυτά θαρρείς ότι λογαριάζω για θησαυρό..; Μωρέ, ψαράκια.. Μικρά και μεγάλα.. Διάφανα, πολύχρωμα, απίστευτα.. Και κοχύλια.. Σε διάφορα σχήματα… Που δεν τα έχει δει ποτέ κανείς… Γιατί δεν υπάρχουν πουθενά αλλού.. Αυτοί είναι θησαυροί για μένα, γλαρούλη…»,
απάντησε με παράπονο η Λορελάι, γιατί ένιωσε ότι ο γλάρος δεν την ήξερε τελικά όσο νόμιζε..
«- Μα φυσικά… Είμαι ανόητος..»,
τίναξε τα φτερά του εκνευρισμένος εκείνος, «…Ξέρεις, το θέμα είναι ότι εγώ δεν μπορώ να βουτήξω τόσο βαθιά.. Κι αυτό με στενοχωρεί.. Και με κάνει να ζηλεύω.. Που εσύ μπορείς..»
«- Γλαρούλη, σε καταλαβαίνω.. Είναι άλλο πράγμα να σκέφτεσαι ή να φαντάζεσαι κάτι που δεν ξέρεις, κι άλλο να καταφέρεις να το δεις στ’ αλήθεια.. Όμως, εσύ έχεις τα φτερά σου.. Κάτι που δεν έχω εγώ.. Κι εγώ ζηλεύω αυτά.. Γιατί, μπορείς να τα ανοίξεις και να βρεθείς όπου εσύ θέλεις.. Σε άλλα μέρη.. Αλλά εξίσου μοναδικά.. Και να ανακαλύψεις πολύτιμους θησαυρούς κι εσύ…»
«- Ας ψάξουμε, τότε, για τους θησαυρούς μας, Λορελάι… Εσύ στο βυθό κι εγώ στον ουρανό και τη στεριά….!»
«- Φύγαμε..! Κι όταν οι δρόμοι μας ξανασυναντηθούν, θα έχουμε σπουδαία πράγματα να εξιστορήσουμε ο ένας στον άλλον.. Θ' αξίζει τον κόπο, να το ξέρεις... »
:)!!!!!!!!!!!!!!!!